lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαφτίζω στα νορβηγικά

Λέξη:
βαφτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά βαφτίζω, βαφτίζω στα νορβηγικά, døpe στα ελληνικά
βαφτίζω στα νορβηγικά