lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαφτίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
βαφτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
хрестити, хрестіть
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βαφτίζω, βαφτίζω στα ουκρανικά, хрестити στα ελληνικά
βαφτίζω στα ουκρανικά