lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λουκάνικο στα νορβηγικά

Λέξη:
λουκάνικο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (4):
korv, pålegg, pøl, pølse
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά λουκάνικο, λουκάνικο χωριάτικο θερμίδες, λουκάνικο χωριάτικο, λουκάνικο τσορίθο, λουκάνικο συνταγές, λουκάνικο στη λαδόκολλα με λαχανικά, λουκάνικο στα νορβηγικά, korv στα ελληνικά
λουκάνικο στα νορβηγικά