lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορειβάτης στα νορβηγικά

Λέξη:
ορειβάτης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
alpinist, fjellklatrer, tindebestiger
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ορειβάτης, ορειβάτησ όλυμποσ, ορειβάτησ στα πιέρια, ορειβάτησ πάπιγκο, ορειβάτησ ιωάννινα, ορειβάτησ για κλάματα, ορειβάτης στα νορβηγικά, alpinist στα ελληνικά
ορειβάτης στα νορβηγικά