lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορειβάτης στα ουγγρική

Λέξη:
ορειβάτης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
alpinista, tátrai, vezető
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ορειβάτης, ορειβάτησ όλυμποσ, ορειβάτησ στα πιέρια, ορειβάτησ πάπιγκο, ορειβάτησ ιωάννινα, ορειβάτησ για κλάματα, ορειβάτης στα ουγγρική, alpinista στα ελληνικά
ορειβάτης στα ουγγρική