τεχνητός στα αγγλικά τεχνητός στα τσεχική τεχνητός στα γερμανικά τεχνητός στα δανική τεχνητός στα ισπανικά τεχνητός στα γαλλικά τεχνητός στα ιταλικά τεχνητός στα ρωσικά τεχνητός στα σουηδικά τεχνητός στα αλβανικά τεχνητός στα λευκορωσίας τεχνητός στα φινλανδικά τεχνητός στα κροατικά τεχνητός στα ουγγρική τεχνητός στα λιθουανική τεχνητός στα πορτογαλικά τεχνητός στα ρουμανική τεχνητός στα ουκρανικά τεχνητός στα πολωνική
επεισόδιο στα βουλγαρικά δικάζω στα φινλανδικά σκίζω στα γαλλικά πρέσβης στα δανική αμέσως στα λιθουανική
επεισόδιο 317 σκίζω τα ρούχα μου πρέσβης ισραήλ δικάζω στα αγγλικά αμέσως ή άμεσα