lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενοίκιο στα ουγγρική

Λέξη:
ενοίκιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
bér, lakbér, bérbeadás, bérbevétel, bérlet, haszonbérlet, házbér
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ενοίκιο, ενοίκιο φορολογική δήλωση, ενοίκιο του σπιτιού, ενοίκιο ταξί, ενοίκιο που πληρώσατε για κύρια κατοικία της οικογένειας, ενοίκιο ξάνθη, ενοίκιο στα ουγγρική, bér στα ελληνικά
ενοίκιο στα ουγγρική