lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κριάρι στα ουγγρική

Λέξη:
κριάρι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
kos
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κριάρι, χρυσόμαλλο κριάρι, κριάρι ονειροκρίτης, κριάρι εναντίον μοτοσυκλετιστή, κριάρι (νάνος), κουνέλι κριάρι, κριάρι στα ουγγρική, kos στα ελληνικά
κριάρι στα ουγγρική