lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κριάρι στα πολωνική

Λέξη:
κριάρι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
baran, taran, tryk
Σχετικές λέξεις:
πολωνική κριάρι, χρυσόμαλλο κριάρι, κριάρι ονειροκρίτης, κριάρι εναντίον μοτοσυκλετιστή, κριάρι (νάνος), κουνέλι κριάρι, κριάρι στα πολωνική, baran στα ελληνικά
κριάρι στα πολωνική