lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παρενοχλώ στα ουγγρική

Λέξη:
παρενοχλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
bosszantani, ingerelni, irritál, izgatni, dühíteni, haragszik
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παρενοχλώ, παρενοχλώ στα ουγγρική, bosszantani στα ελληνικά
παρενοχλώ στα ουγγρική