lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παρενοχλώ στα πολωνική

Λέξη:
παρενοχλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (7):
drażnić, irytować, jątrzyć, podrażniać, rozdrażniać, rozdrażnić, złościć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική παρενοχλώ, παρενοχλώ στα πολωνική, drażnić στα ελληνικά
παρενοχλώ στα πολωνική