lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απλοποιώ στα ουκρανικά

Λέξη:
απλοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
спрощувати, чорнослив
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά απλοποιώ, απλοποιώ στα ουκρανικά, спрощувати στα ελληνικά
απλοποιώ στα ουκρανικά