lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυψέλη στα ουκρανικά

Λέξη:
κυψέλη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κυψέλη, κυψέλη χαρτης, κυψέλη της γιαγιάς, κυψέλη πολυστερίνης, κυψέλη περόνε, κυψέλη μυτιλήνη, κυψέλη στα ουκρανικά, вулик στα ελληνικά
κυψέλη στα ουκρανικά