lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυψέλη στα τσεχική

Λέξη:
κυψέλη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (3):
mraveniště, roj, úl
Σχετικές λέξεις:
τσεχική κυψέλη, κυψέλη χαρτης, κυψέλη της γιαγιάς, κυψέλη πολυστερίνης, κυψέλη περόνε, κυψέλη μυτιλήνη, κυψέλη στα τσεχική, mraveniště στα ελληνικά
κυψέλη στα τσεχική