lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νύφη στα ουκρανικά

Λέξη:
νύφη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
зовиця, невістка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά νύφη, νύφη του παπανδρέου, νύφη παπανδρέου, νύφη ονειροκρίτης, νύφη μου να περνάς καλά – γιώργος ζερβάκης, νύφη γιώργου παπανδρέου, νύφη στα ουκρανικά, зовиця στα ελληνικά
νύφη στα ουκρανικά