lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νύφη στα λευκορωσίας

Λέξη:
νύφη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
нявестка, братавая, ятроўка
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας νύφη, νύφη του παπανδρέου, νύφη παπανδρέου, νύφη ονειροκρίτης, νύφη μου να περνάς καλά – γιώργος ζερβάκης, νύφη γιώργου παπανδρέου, νύφη στα λευκορωσίας, нявестка στα ελληνικά
νύφη στα λευκορωσίας