lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όγκος στα ουκρανικά

Λέξη:
όγκος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
величина, гуля, залозка, збільшення, зростання, зіткнення, опухання, пухлина, пухлину, піднесення, рак, розбухати, розбухнути, розтягнення, ріст, сутичка, ударити, ударитися, штовхати, штовхнути
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά όγκος, όγκος σφαίρας, όγκος στον εγκέφαλο συμπτώματα, όγκος στον εγκέφαλο, όγκος στο στήθος, όγκος στο κεφάλι, όγκος στα ουκρανικά, величина στα ελληνικά
όγκος στα ουκρανικά