lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλάνθαστος στα πορτογαλικά

Λέξη:
αλάνθαστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
fatal, certo, indubitável, seguro
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αλάνθαστος, ουδείς αλάνθαστος, αλάνθαστοσ συνώνυμα, αλάνθαστος στα πορτογαλικά, fatal στα ελληνικά
αλάνθαστος στα πορτογαλικά