lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απεργία στα πορτογαλικά

Λέξη:
απεργία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απεργία, απεργία φαρμακοποιών, απεργία φαρμακείων, απεργία συμβολαιογράφων, απεργία ολμε, απεργία μμμ, απεργία στα πορτογαλικά, greve στα ελληνικά
απεργία στα πορτογαλικά