lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πεινασμένος στα πορτογαλικά

Λέξη:
πεινασμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά πεινασμένος, πεινασμένος συνόνυμα, πεινασμένος σαν το λύκο και αξύριστος για μέρες, πεινασμένος σαν το λύκο, πεινασμένος και τζέντλεμαν, ο πεινασμένος, πεινασμένος στα πορτογαλικά, famélico στα ελληνικά
πεινασμένος στα πορτογαλικά