lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πιστοποιώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
πιστοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
acusar, afirmar, assegurar, atestar, certificar, confirmar, contestar, corroborar, provar, ratificar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά πιστοποιώ, πιστοποιώ στα πορτογαλικά, acusar στα ελληνικά
πιστοποιώ στα πορτογαλικά