lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πιστοποιώ στα ρωσικά

Λέξη:
πιστοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
доказывать, удостоверять, подтверждать, свидетельствовать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πιστοποιώ, πιστοποιώ στα ρωσικά, доказывать στα ελληνικά
πιστοποιώ στα ρωσικά