lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρύπα στα πορτογαλικά

Λέξη:
τρύπα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (15):
abertura, antro, boca, bocal, buraco, cala, cava, caverna, cavidade, cresta, fenda, fresta, homo, ranhura, vazio
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τρύπα, τρύπα του όζοντος αίτια, τρύπα του όζοντος, τρύπα στον αφαλό, τρύπα στο φρύδι, τρύπα στο αυτί φροντίδα, τρύπα στα πορτογαλικά, abertura στα ελληνικά
τρύπα στα πορτογαλικά