lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρύπα στα ρωσικά

Λέξη:
τρύπα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (16):
впадина, дупло, дыра, дырка, жерло, каверна, нора, отверстие, открытие, пещера, полость, пробоина, прореха, проём, пустой, яма
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά τρύπα, τρύπα του όζοντος αίτια, τρύπα του όζοντος, τρύπα στον αφαλό, τρύπα στο φρύδι, τρύπα στο αυτί φροντίδα, τρύπα στα ρωσικά, впадина στα ελληνικά
τρύπα στα ρωσικά