lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φλογερός στα ρωσικά

Λέξη:
φλογερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
алчный, беззаветный, горячий, истовый, огненный, прилежный, ревностен, ревностный, рьян, рьяный, страстный, усерден, усердный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά φλογερός, φλογερός στα ρωσικά, алчный στα ελληνικά
φλογερός στα ρωσικά