σαρανταποδαρούσα στα αγγλικά σαρανταποδαρούσα στα γερμανικά σαρανταποδαρούσα στα ισπανικά σαρανταποδαρούσα στα γαλλικά σαρανταποδαρούσα στα ρωσικά σαρανταποδαρούσα στα εσθονική σαρανταποδαρούσα στα ουγγρική σαρανταποδαρούσα στα πολωνική
έγκριση στα γαλλικά επίδομα στα ιταλικά εμφανής στα τσεχική εκτέλεση στα γερμανικά χρόνιος στα κροατικά
έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας εμφανής πληθωρισμός επίδομα ανεργίας χρόνιος ξηρός βήχας