lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: τρεμούλα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dither, falter, quake, quaver, quiver, shiver, shudder, thrill, tremble, tremor, trepidation
τρεμούλα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chvění, otřes, třes, třesení, zachvění, záchvěv
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schauder
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
skælven
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estremecimiento, temblor, terremoto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frémissement, tremblement, tressaillement, trépidation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
agitazione
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vibrasjon
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дрожание, дрожь, трепет
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
värin
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
järistys
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estremecimento
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трепет
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
drżenie

Σχετικές λέξεις

εσωτερική τρεμούλα