lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάβημα στα φινλανδικά

Λέξη:
διάβημα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
askel, käynti, toimenpide, käytös, käyttäytyminen
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά διάβημα, διάβημα των ηπα για την σύλληψη πασίγνωστου στελέχους της αριστεράς, διάβημα συνώνυμο, διάβημα συνώνυμα, διάβημα στα αγγλικα, διάβημα σημασία, διάβημα στα φινλανδικά, askel στα ελληνικά
διάβημα στα φινλανδικά