lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάβημα στα δανική

Λέξη:
διάβημα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
adfærd, drag, gang, holdning, metode, opførsel, procedure, skridt, steg, trappe, trin
Σχετικές λέξεις:
δανική διάβημα, διάβημα των ηπα για την σύλληψη πασίγνωστου στελέχους της αριστεράς, διάβημα συνώνυμο, διάβημα συνώνυμα, διάβημα στα αγγλικα, διάβημα σημασία, διάβημα στα δανική, adfærd στα ελληνικά
διάβημα στα δανική