lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επωφελούμαι στα φινλανδικά

Λέξη:
επωφελούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
hyötyä, käytellä, käyttää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά επωφελούμαι, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι μεταφραση, επωφελούμαι κλιση, επωφελούμαι από, επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι στα φινλανδικά, hyötyä στα ελληνικά
επωφελούμαι στα φινλανδικά