lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επωφελούμαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
επωφελούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
empregar, lucrar, usar, utilizar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά επωφελούμαι, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι μεταφραση, επωφελούμαι κλιση, επωφελούμαι από, επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι στα πορτογαλικά, empregar στα ελληνικά
επωφελούμαι στα πορτογαλικά