lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επωφελούμαι στα ιταλικά

Λέξη:
επωφελούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (8):
adoperare, approfittare, beneficiare, profittare, usare, uso, usufruire, utilizzare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά επωφελούμαι, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι μεταφραση, επωφελούμαι κλιση, επωφελούμαι από, επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι στα ιταλικά, adoperare στα ελληνικά
επωφελούμαι στα ιταλικά