lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κόλακας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adulator, bootlicker, flatterer, goody-goody, hanger-on, pander, smarmy, spaniel, sycophant, toady
κόλακας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
lichotník, patolízal, pochlebník, pochlebovač
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
jasager, schleicher, schmeichler, speichellecker
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adulador, lavacaras, pelota
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adulateur, amadoueur, cajoleuse, caudataire, chattemite, courtisan, encenseur, flagorneur, flatteur, lèche-cul, lécheur, patelin, thuriféraire
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adulatore, leccapiedi
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
льстец, подлиза, подхалим, прихвостень, прихлебатель
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
ліслівец, падхалім
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
laskavac
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hízelgő
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adulador
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
придворний, підлабузник, підлесник, спанієль
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
lizus, pochlebca

Σχετικές λέξεις

κόλακας συνώνυμα, κόλακας σημασία, κόλακας λεξικο, κόλακας στα αγγλικά