lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αδυναμία στα αγγλικά

Λέξη:
αδυναμία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (14):
debility, deficiency, faintness, flabbiness, flaccidity, flaccidness, foible, frailty, infirmity, leanness, limpness, partiality, slightness, weakness
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά αδυναμία, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο www.google.gr, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο, αδυναμία συγκέντρωσης, αδυναμία στα χέρια, αδυναμία πληρωμής δανείου, αδυναμία στα αγγλικά, debility στα ελληνικά
αδυναμία στα αγγλικά