lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αδυναμία στα ουγγρική

Λέξη:
αδυναμία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αδυναμία, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο www.google.gr, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο, αδυναμία συγκέντρωσης, αδυναμία στα χέρια, αδυναμία πληρωμής δανείου, αδυναμία στα ουγγρική, gyengeség στα ελληνικά
αδυναμία στα ουγγρική