lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γλύπτης στα αγγλικά

Λέξη:
γλύπτης (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (3):
carver, sculptor, statuary
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά γλύπτης, γλύπτησ θόδωροσ, γλύπτης τάκης, γλύπτης πολύκλειτος, γλύπτης παπαγιάννης, γλύπτης νικόλας, γλύπτης στα αγγλικά, carver στα ελληνικά
γλύπτης στα αγγλικά