lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γλύπτης στα δανική

Λέξη:
γλύπτης (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
billedhugger, skulptør
Σχετικές λέξεις:
δανική γλύπτης, γλύπτησ θόδωροσ, γλύπτης τάκης, γλύπτης πολύκλειτος, γλύπτης παπαγιάννης, γλύπτης νικόλας, γλύπτης στα δανική, billedhugger στα ελληνικά
γλύπτης στα δανική