lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθοδηγώ στα αγγλικά

Λέξη:
καθοδηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (21):
administer, aim, behave, conduce, conduct, control, direct, divert, drag, drive, guide, handle, head, lead, leads, manage, marshal, regulate, run, steer, superintend
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά καθοδηγώ, καθοδηγώ συνώνυμο, καθοδηγώ συνώνυμα, καθοδηγώ ετυμολογία, καθοδηγώ english, καθοδηγώ στα αγγλικά, administer στα ελληνικά
καθοδηγώ στα αγγλικά