lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθοδηγώ στα σουηδικά

Λέξη:
καθοδηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (27):
anförde, anställa, bedriva, behärska, beordra, bära, direkt, driva, drive, föra, före, förestå, förvalta, guide, handbok, handha, hantera, hänvisa, köra, leda, ledare, lede, manövrera, presidera, reglera, rikta, rådgivare
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά καθοδηγώ, καθοδηγώ συνώνυμο, καθοδηγώ συνώνυμα, καθοδηγώ ετυμολογία, καθοδηγώ english, καθοδηγώ στα σουηδικά, anförde στα ελληνικά
καθοδηγώ στα σουηδικά