lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικειοποιούμαι στα αγγλικά

Λέξη:
οικειοποιούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (6):
appropriate, embezzle, misappropriate, peculate, engross, usurp
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά οικειοποιούμαι, οικειοποιούμαι συνώνυμο, οικειοποιούμαι συνωνυμα, οικειοποιούμαι αντωνυμο, οικειοποιούμαι αντωνυμα, οικειοποιούμαι english, οικειοποιούμαι στα αγγλικά, appropriate στα ελληνικά
οικειοποιούμαι στα αγγλικά