lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικειοποιούμαι στα γερμανικά

Λέξη:
οικειοποιούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
aneignen, anzueignen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά οικειοποιούμαι, οικειοποιούμαι συνώνυμο, οικειοποιούμαι συνωνυμα, οικειοποιούμαι αντωνυμο, οικειοποιούμαι αντωνυμα, οικειοποιούμαι english, οικειοποιούμαι στα γερμανικά, aneignen στα ελληνικά
οικειοποιούμαι στα γερμανικά