lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλακίζω στα αγγλικά

Λέξη:
φυλακίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (6):
confine, immure, imprison, incarcerate, jail, prisoner
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά φυλακίζω, φυλακίζω συνωνυμα, φυλακίζω αγγλικα, φυλακίζω στα αγγλικά, confine στα ελληνικά
φυλακίζω στα αγγλικά