lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αιμορραγώ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bleed, profusely
αιμορραγώ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
krvácet
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bluten, geblutet
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ble
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sangrar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
saigner
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
salassare, sanguinare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ble, blø
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кровоточить
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blöda
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
кроватачыць
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
vérezni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sangrar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кровоточити
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
krwawić

Σχετικές λέξεις

αιμορραγώ πλούταρχος, απόψε αιμορραγώ