lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αλλεργία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
allergy, idiosyncrasy, sensitization
αλλεργία
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
allergie
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
allergi
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alergia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
allergie, sensibilisation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
allergia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
allergi
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аллергия, гиперчувствительность
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
allergi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
алергия
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
allergia
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
alergija
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
allergia
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alergia
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
алергія
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
uczulenie

Σχετικές λέξεις

αλλεργία στα μάτια, αλλεργία στις δεσμεύσεις, αλλεργία στο γάλα, αλλεργία στο νερό, αλλεργία στη γύρη, αλλεργία στο αυγό, αλλεργία στις γάτες, αλλεργία από κάμπιες, αλλεργία στο χλώριο, αλλεργία στα κουκιά