lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αφελής

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
credulous, fond, gullible, ingenuous, innocent, naive, simple-hearted, simple-minded, simpleminded, wide-eyed
αφελής
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bezelstný, důvěřivý, lehkověrný, naivka, naivní, nevinný, neviňátko, neškodný, prostoduchý, prostomyslný, upřímný
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einfältig, kindlich, naiv, simpel
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
enfoldig, naiv, uskyldig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
confiado, ingenuo, inocente
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
candide, dupe, godiche, gogo, ingénu, innocent, jobard, naïf, simplet
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
candido, ingenuo, innocente
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
barnslig, enfoldig, menløs, naiv, uskyldig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бесхитростный, наивный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
barnslig, enfaldig, menlös, naiv
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
наіўны
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
naiivne
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
naivan
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hiszékeny
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
confiado, crédulo, inocente, pálido
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
naivný
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
наївний, ненавчений, простий
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
naiwny

Σχετικές λέξεις

αφελής συνολοθεωρία, αφελής ετυμολογία, αφελής ορισμός, αφελής english, αφελής αγγλικά, αφελής στα αγγλικα, ο αφελής, η αφελής