lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσπρος στα βουλγαρικά

Λέξη:
άσπρος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
белтък, бял
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά άσπρος, ασπροπίνακας, άσπρος χάϊλαντς τεριέ χαριζεται, άσπρος χάϊλαντς τεριέ, άσπρος ταραμάς, άσπρος ποταμός - traditional houses, άσπρος στα βουλγαρικά, белтък στα ελληνικά
άσπρος στα βουλγαρικά