lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: βροχή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assail, assault, attack, attempt, downpour, fall, rain, rainfall, snow, tilt, wetter
βροχή
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
déšť, klesat, liják, padat, pršet, připadnout, spadnout
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fallen, regen, regnen, sinken, stürzen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
falde, falle, hagle, regn, regne
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agua, caer, caerse, granizar, llover, lluvia, nevar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
crachiner, flotte, pleuvoir, pluie, tomber, ville
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cadere, cascare, fioccare, nevicare, pioggia, piombare, piovere
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
falla, falle, hagle, regn, regna, regne, snø
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
валить, дождь, падать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
falla, regn, regna
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bie, shi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дъжд
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
валіцца, дождж, падаць, скідацца
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
vihm
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aleta, joutua, pudota, sade, sataa, vesisade
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kiša, kišiti, padati, pasti
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
eső, zuhog
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
lietus, lyti, pasipilti
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
agua, cair, chover, chuva, mover, nevar, ruir, tombar
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
dež
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
dážď
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
висота, вогник, вщухнути, грюк, грюкіт, дощ, запалити, запалювати, засвітити, затихати, затихнути, зруйнувати, зіткнення, катастрофа, кидати, кидок, кинути, крах, легкий, нахил, обрушитися, падати, падіння, переверніться, пушинка, розбивати, розбити, розташовувати, розташувати, руйнувати, світлий, світло, схил, тихнути, тріск, утихати, утихнути, ущухати, ущухнути
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
deszcz, padać

Σχετικές λέξεις

βροχή ονειροκρίτης, βροχή και σήμερα, βροχή των αστεριών, βροχή μου στίχοι, βροχή μου, βροχή από πέτρες, βροχή ποίημα, βροχή στίχοι, βροχή συνώνυμα, βροχή - υπόγεια ρεύματα