lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βέβαιος στα γαλλικά

Λέξη:
βέβαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (22):
assuré, authentique, certain, certainement, constant, croyable, crédible, fiable, immanquable, infaillible, inébranlable, irrécusable, plausible, positif, prénommé, quelque, sauf, solide, sûr, sűr, un, établi
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά βέβαιος, βέβαιος συνώνυμο, βέβαιος συνώνυμα, βέβαιος στα γαλλικά, assuré στα ελληνικά
βέβαιος στα γαλλικά