lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βέβαιος στα νορβηγικά

Λέξη:
βέβαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (21):
autentisk, avgjord, en, et, ett, fast, man, massiv, ordholden, plausibel, positiv, pålitelig, riskfri, sikker, stø, sæter, trolig, troverdig, trygg, viss, visst
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά βέβαιος, βέβαιος συνώνυμο, βέβαιος συνώνυμα, βέβαιος στα νορβηγικά, autentisk στα ελληνικά
βέβαιος στα νορβηγικά