lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βέβαιος στα γερμανικά

Λέξη:
βέβαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (24):
ausgemacht, authentisch, bestimmt, einige, eins, fest, gefeit, gewiss, gewisser, glaubhaft, glaubwürdig, haltbar, hart, irgendein, kräftig, manch, massiv, plausibel, sicher, solide, standhaft, ständig, verlässlich, zuverlässig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά βέβαιος, βέβαιος συνώνυμο, βέβαιος συνώνυμα, βέβαιος στα γερμανικά, ausgemacht στα ελληνικά
βέβαιος στα γερμανικά